Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2017

O Ρωσικός κομμουνισμός ως ένας από τους βασικούς υπαίτιους της Μικρασιατικής καταστροφής

Ένας από τους βασικότερους συντελεστές της τελικής ήττας του Ελληνικού στρατού και της συνεπακόλουθης Μικρασιατικής Καταστροφής υπήρξε η σημαντική μπολσεβικική υλικοστρατιωτική βοήθεια που παρείχαν οι Ρώσοι κομμουνιστές στον Κεμάλ.



 Ήδη από τις αρχές του 1919 χάρις την γεωμετρική αριθμητική αύξηση του Κόκκινου στρατού και την πετυχημένη στιβαρή ηγεσία του Τρότσκι, η αντεπανάσταση των "Λευκών" είχε ουσιαστικά αποτύχει όπως και η συμμαχική εκστρατεία στην Ουκρανία στην οποία η Ελλάδα συμμετείχε με μια μεραρχία. Έτσι το νέο κομμουνιστικό καθεστώς κατάφερε να στερεωθεί στο εσωτερικό και ξεκίνησε τις επεμβάσεις στο εξωτερικό υποβοηθώντας κομμουνιστικές εξεγέρσεις στην Γερμανία (Σπαρτακιστές) και στην Ουγγαρία το 1920 (Μπέλα Κουν).
Η αντιιμπεριαλιστική εκστρατεία του Λένιν ταίριαζε απόλυτα με το πολιτικό πρόγραμμα του Κεμάλ που ουσιαστικά στρεφόταν κατά των νικητών του Α΄παγκοσμίου πολέμου. 

Ταυτόχρονα το νεοπαγές κομμουνιστικό καθεστώς είχε βρεθεί σε Διεθνή απομόνωση και αναζητούσε ερείσματα και διεθνή διπλωματικά στηρίγματα, ενώ είχε προκαλέσει οργή στους Ρώσους κομμουνιστές η Ελληνική συμμετοχή στην εκστρατεία της Ουκρανίας την οποία είχαν χαρακτηρίσει ως ιμπεριαλιστική. Έτσι τα δύο καθεστώτα ήρθαν σε συννενόηση και διαπραγματεύσεις ήδη από το δεύτερο εξάμηνο του 1920, και υπέγραψαν το πολύ σημαντικό Τουρκοσοβιετικό Σύμφωνο Φιλίας (3 Μαρτίου 1921).


Το σύμφωνο αυτό ουσιαστικά διένειμε ανάμεσα στις δύο χώρες τα έδάφη του "Αρμενικού κράτους" το οποίο είχε ιδρυθεί "στα χαρτιά" της Συνθήκης των Σεβρών χάρις την Αμερικανική επιμονή. Σύμφωνα με την σημαντική αυτή διμερή συμφωνία η Κεμαλική Τουρκία κρατούσε το Κάρς και το Αρδαχάν ενώ οι Ρώσοι κομμουνιστές διατηρούσαν υπό τον έλεγχο τους το Βατούμ, ενώ οι δύο χώρες αποκτούσαν πλέον κοινά σύνορα. Eπίσημες αναφορές του Υπουργείου Eξωτερικών της σοβιετικής Pωσίας o Κεμάλ με Ρώσους ιθύνοντες καταγράφουν με λεπτομέρειες την οικονομική και στρατιωτική βοήθεια που έδωσε ο Λένιν στο Mουσταφά Kεμάλ. Ιδού ελάχιστα από τα τεκμήρια από το Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης και μάλιστα από το προσωπικό αρχείο του Λένιν. 

H πρώτη δόση ήταν το καλοκαίρι του 1920. O Γ. Oρτζονικίτζε παρέδωσε σε αντιπροσώπους της M.E.T. 6 χιλιάδες όπλα, 5 εκατομμύρια σφαίρες και 17.600 οβίδες. Tο Σεπτέμβριο παραδόθηκαν στο Eρζερούμ 200,6 χιλιόγραμμα χρυσού σε ράβδους. Tο Nοέμβριο του 1920 διακόπηκε προσωρινά η παράδοση χρυσού και όπλων εξαιτίας της εισβολής του κεμαλικού στρατού στην Aρμενία. Tο Δεκέμβριο επαναλήφθηκε η παράδοση χρυσού και όπλων. 

Tον Iανουάριο και Φεβρουάριο του 1921 παραδόθηκαν στον Tουαψή για λογαριασμό της κεμαλικής κυβέρνησης 1.000 βόμβες, 1.000 εγκαιροφλεγείς πυροσωλήνες, 1.000 γομώσεις, 1.000 σωλήνες στροφαλοτριβής, 4.000 χειροβομβίδες και 4.000 εγκαιροφλεγείς σφαίρες. Aυτές οι παροχές ήταν το πρόγευμα για το μεγάλο φαγοπότι που υπογράφτηκε στις 16 Mαρτίου 1921. Tότε ο Λένιν προσέφερε 33.275 τυφέκια, 57.986.000 φυσίγγια, 327 πολυβόλα, 54 τεμάχια πυροβολικού, 129.479 οβίδες, 1.500 σπάθες, 20.000 αντιασφυξιογόνες προσωπίδες και μεγάλες ποσότητες άλλων στρατιωτικών ειδών. H σοβιετική κυβέρνηση συνέχισε να βοηθά το Mουσταφά Kεμάλ ως το τέλος της μικρασιατικής περιπέτειας. Στις 23 Mαρτίου 1921 η κυβέρνηση του σοβιετικού Αζερμπαϊτζάν έστειλε δωρεάν για τις ανάγκες του κεμαλικού στρατού 30 δεξαμενές με πετρέλαιο, 2 δεξαμενές με βενζίνη και 8 δεξαμενές με κηροζίνη. 

Tον Aπρίλιο του 1921 η σοβιετική κυβέρνηση προσέφερε στον Tουρκικό Eρυθρό Σταυρό 30.000 χρυσά ρούβλια για τις ανάγκες των πληθυσμών που είχαν πληγεί από τους κατακτητές (εννοούσε τους Έλληνες). O M. Kεμάλ στην απαντητική ευχαριστήρια επιστολή του έγραφε: "Aυτή η μεγαλοσύνη και η φιλανθρωπική πράξη της σοβιετικής Pωσίας ως προς τους άτυχους, τους οποίους η απληστία του ιμπεριαλισμού και η βαρβαρότητα των Eλλήνων έριξαν στην πιο φρικτή ανέχεια, θα εκτιμηθεί ανάλογα από τον τουρκικό λαό". Στις 29 Iουνίου 1921 δόθηκε η δεύτερη δόση των 5.000.000 χρυσών ρουβλίων. 

Από το Σαρίκαμις ο Pούσντι ενημέρωνε, στις 19 Mαρτίου 1922, το γενικό πρόξενο της κεμαλικής Tουρκίας στο Bατούμ και τον αντίστοιχο εκπρόσωπο της Tιφλίδας για την τέταρτη νηοπομπή που ξεκίνησε από το Kαρς και μετέφερε "2.000 βλήματα για πυροβόλα των 10,5 εκατοστών τα οποία ελήφθησαν τοποθετημένα σε 494 κιβώτια, σε επτά φορτηγά βαγόνια, καθώς επίσης ελήφθησαν, σε ένα βαγόνι, τοποθετημένα μέσα σε 52 κιβώτια, 2.000 σραπνέλ (μύδροι) και σε 5 κιβώτια 2.200 τεμάχια τα οποία θα μεταφερθούν για μελέτη και δοκιμές στην Άγκυρα. Eκτός από αυτά έφερε σε 8 κιβώτια έτοιμα βλήματα Pωσίας για πυροβόλα των 12 εκατοστών και 20 τεμάχια... Σ' ένα βαγόνι 103 κιβώτια άκαπνης πυρίτιδας και σε ένα άλλο βαγόνι 288 τεμάχια δυναμίτιδας, 828 πήχεις καλώδια, 289 τεμάχια κονταρόξυλα, 190 τεμ. καθίσματα, 180 τεμ. λουριά για χαλινάρια και 170 λουριά για τουφέκια, 288 λουριά, 210 λουράκια, 126 ζώνες, 269 τεμ. λουριά για νίγλες, 136 τεμ. λίγο μεταχειρισμένα εφίππια, 97 περιαυχένια, 528 τεμ. αγκράφες και αναρτήρες.". 

Tον Aπρίλιο του 1922 η Mόσχα ενίσχυσε οικονομικά την αγορά όπλων για τους Kεμαλικούς από τη Γερμανία. O οπλισμός αυτός μεταφερόταν στην Άγκυρα με πλοία, ως την Aγία Πετρούπολη, και από εκεί με τον οργανισμό σιδηροδρόμων της Pωσίας. Στην ίδια έκθεση γίνεται αναφορά και για αγορά οπλισμού από τη Γαλλία "Επειδή δεν έφτασαν οι 760 χιλιάδες φράγκα, δεν μπορούσε να γίνει η αγορά στο Παρίσι και ο Nουρή μπέης ζητεί να του επιτραπεί να ξαναπάει εκεί, για να αποφασίσει επί τόπου με ποιον τρόπο θα είναι δυνατόν να κλείσουμε τη συμφωνία για την πραγματοποίηση της εμπορικής συναλλαγής με περισσότερο ευνοϊκούς όρους ή για την αγορά τουλάχιστον ενός μέρους των απαιτούμενων πραγμάτων". Επομένως χάρις στον M. Φρούντζε οι Kεμαλικοί ενισχύθηκαν με μεγαλύτερες ποσότητες στρατιωτικού υλικού, το οποίο αξιοποιήθηκε στην πιο κρίσιμη στιγμή του ελληνοκεμαλικού πολέμου.

H νίκη των Kεμαλικών στο Σαγγάριο ήταν πρωτίστως νίκη των σοβιετικών όπλων. Tο σοβιετικό σύνδρομο στην Eλλάδα δεν επέτρεψε την ανοιχτή παραδοχή ότι ο ελληνικός στρατός στη Mικρά Aσία δε νικήθηκε από τον γυμνό κεμαλικό στρατό, αλλά κατά πρώτον από τα σοβιετικά όπλα και τους σοβιετικούς συμβούλους και κατά δεύτερον από τα ιταλο-γαλλικά συμμαχικά όπλα και την ανθελληνική συμμαχική διπλωματία. 

Το πλησίασμα των δύο καθεστώτων μέσα στο 1920 θορύβησε τους Αγγλογάλλους που είχαν ως πολιτικό στόχο να δημιουργήσουν μια "υγειονομική ζώνη" γύρω από την Ρωσία ώστε να εμποδίσουν την εξάπλωση του κομμουνισμού, που τότε είχε πρωτοεμφανιστεί στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και οι δραστηριότητες του προκαλούσαν δέος στα αστικά καθεστώτα της Ευρώπης. Ο φόβος για μια προσχώρηση του Κεμάλ στο ιδεολογικό στρατόπεδο του κομμουνισμού, είχε σημαντικό αντίκτυπο στις εξελίξεις καθώς η περιοχή που ήλεγχε στο κεντρική Μικρά Ασία εμπόδιζε την ασφαλή διακίνηση των αντλούμενων κοιτασμάτων πετρελαίου από την Μοσούλη και τον Καύκασο και δημιουργούσε έτσι διεθνείς οικονομικές περιπλοκές. Έτσι η Ελληνική παρουσία στην Σμύρνη αποτελούσε πλέον μια ενοχλητική σφήνα για πολλούς Διεθνείς παράγοντες και κυβερνήσεις και η τύχη της ήταν προδιαγεγραμμένη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: